Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011

Σχετική είναι και η προφητεία του Γέροντος Ιωσήφ του Βατοπαιδινού !




Ιωσήφ: Με χαρά μας σας υποδεχόμαστε. Έχετε τον σεβασμό μας και τις καλύτερες ευχές.
Επισκέπτης: Ευχαριστούμε, Πάτερ, που μας δεχθήκατε. Οι καιροί στην Ρωσία, τώρα, είναι αφ΄ ενός δραματικοί, και αφ’ ετέρου πολύπλοκοι.

Ιωσήφ: Προσευχόμαστε ώστε οι Ρώσοι να επιστρέψουν στην φυσική τους κατάσταση, η οποία προυπήρχε πριν την καταστροφή, γιατί έχουμε κοινές ρίζες και η κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο λαός της Ρωσίας είναι βάρος στην καρδιά.
Επισκέπτης: Υπάρχουν πολλά κακά. Τα ναρκωτικά είναι μάστιγα. Το έθνος μας παρακμάζει.

Ιωσήφ: Τα πράγματα βρίσκονται τώρα σε τέτοια κατάσταση παρακμής – μια κατάσταση που είναι κοινή για όλον τον κόσμο, στην παρούσα φάση. Και είναι επακόλουθο της συγκεκριμένης κατάστασης, αυτό το συγκεκριμένο όριο, απ’ το οποίο θα αρχίσει η οργή του Κυρίου. Έχουμε φτάσει σε αυτό το όριο. Και τώρα θα συμβεί το ότι ο Κύριος, με το έλεός Του, τώρα θα δράσει σύμφωνα με την Δικαιοσύνη Του, και θα εκδηλώσει την οργή του, γιατί έφτασε ο καιρός για αυτό.Θα γίνει πόλεμος, και πόλεμοι, και θα ζήσουμε φοβερές δυσκολίες. Η κυριαρχία του κόσμου ανήκει τώρα στους Εβραίους, και ο σκοπός τους είναι να διαλύσουν τον Χριστιανισμό. Η οργή του Κυρίου θα είναι τέτοια που όλοι αυτοί οι κρυφοί εχθροί που έφεραν τον κόσμο σε αυτή την κατάσταση θα καταστραφούν οι ίδιοι. Είναι για αυτόν τον λόγο που η οργή του Κυρίου θα σταλεί στον κόσμο: για να τους καταστρέψει με τον ένα τρόπο ή με τον άλλο. Μα αυτό δεν θα πρέπει να μας φοβίζει, γιατί πάντα πρέπει να έχουμε ελπίδα εις τον Κύριον. Γιατί χιλιάδες, εκατομμύρια μαρτύρων, συμπεριλαμβανομένων και των Νεομαρτύρων, υπέφεραν κατά τον ίδιο τρόπο, και πρέπει να είμαστε έτοιμοι και όχι φοβισμένοι. Πρέπει να έχουμε υπομονή, προσευχή και ελπίδα στην Θεία Πρόνοια, απ’την μεριά μας. Ας προσευχηθούμε για την αναλαμπή του Χριστιανισμού μετά τον πόλεμο, μετά από ότι μας περιμένει, ώστε ο Κύριος πραγματικά να μας δώσει δύναμη να τα ξαναχτίσουμε όλα αυτά. Αλλά αυτό το κακό θα πρέπει να το αντέξουμε.

Επισκέπτης: Και πόσο σύντομα μετά από αυτό θα αναγεννηθεί η Ρωσία;Ιωσήφ: Όλα έχουν αρχίσει τώρα, θα γίνει τρομερή έκρηξη. Μετά από αυτήν, θα επακολουθήσει η αναγέννηση.
Επισκέπτης: Πολλές εικόνες αναβλύζουν μύρο. Έχουμε μια εικόνα του Σωτήρος, η οποία αναβλύζει αίμα.
Ιωσήφ: Και εδώ, στην Ελλάδα, πολλές αναβλύζουν μύρο. Το μήνυμα είναι ότι ο Σωτήρας στενοχωριέται, και η Θεοτόκος κλαίει, και ακολούθως κλαίνε μαζί της.
Επισκέπτης: Φέρνουν μια εικόνα πάνω στην οποία υπάρχουν σταγόνες αίμα… (sorry δεν καταλάβαινα τι έλεγε) Το πήγαν για ανάλυση και αποδείχθηκε πως ήταν πλάσμα.
Ιωσήφ: Αυτή είναι η αρχή των γεγονότων, πραγματικά ταλαίπωρων, πολεμικών… Αυτοί που κρύβονται πίσω από αυτό το κακό είναι οι Εβραίοι. Τους παρακινεί ο Διάβολος, για να το αρχίσουν αυτό… ώστε να καταστρέψουν τον καρπό της Ορθοδοξίας στην Ελλάδα και στην Ρωσία. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο εμπόδιό τους στον δρόμο για μια παγκόσμια Κυριαρχία (σημείωση μεταφραστή: να παραπέμψω σε κάτι πρωτόκολλα;) Και θα αναγκάσουν τους Τούρκους να έλθουν εδώ, στην Ελλάδα, ώστε να ξεκινήσουν την δουλειά τους. Και η Ελλάδα, παρόλο που έχει κυβέρνηση, δεν έχει, στην πραγματική, κανονική κυβέρνηση. Της λείπει η δύναμη, και η Τούρκοι θα έρθουν εδώ. Τότε θα είναι που η Ρωσία, επίσης, θα μετακινήσει τον στρατό της, ώστε να απωθήσει τους Τούρκους. Τα γεγονότα θα εξελιχθούν ως εξής:
Όταν η Ρωσία κινηθεί να βοηθήσει την Ελλάδα, οι Αμερικάνοι και το ΝΑΤΟ θα επιχειρήσουν να το αποτρέψουν, ώστε να μην υπάρξει ένωση, συγχώνευση , μεταξύ δύο Ορθόδοξων Εθνών. Θα κινήσουν και άλλες δυνάμεις, όπως τους Γιαπωνέζους, και άλλους. Θα γίνει τρομερή σφαγή στην περιοχή της πρώην Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Από αυτούς που θα πεθάνουν, θα είναι 600 εκατομμύρια άνθρωποι, (μάλλον εννοεί ότι τόσοι θα σφαγιαστούν στο πρώην Βυζάντιο). Το Βατικανό θα παίξει μεγάλο ρόλο, ώστε να σταματήσει τον ολοένα και μεγαλύτερο ρόλο της Ορθοδοξίας, και να σταματήσει τέτοια ένωση. Έτσι η Θεία Πρόνοια θα βρει την εκπλήρωσή της.
Επισκέπτης: Φυσικά. Όλες οι προυποθέσεις υπάρχουν για κάτι τέτοιο. Αλλά υπάρχει και το γεγονός ότι υπάρχει τόση αντίθεση στα ΜΜΕ. Παγκόσμιοι Ιεράρχες… (δεν διαβάζεται η συνέχεια)… Και πόσο θα κρατήσει ο Πρόεδρος αυτήν την γραμμή; Είναι καλή η γραμμή που κρατάει τώρα; (Σημείωση μεταφραστή: Λέει President, οπότε να υποθέσω ότι δεν λέει για τον τότε Σημίτη ή τον σημερινό Καραμανλή, μάλλον εννοεί τον President Putin, γιατί είναι ρώσος ο επισκέπτης…)

Ιωσήφ: Ο Θεός θα επιτρέψει την καταστροφή όλων όσων σπέρνουν όλους αυτούς τους πειρασμούς, την πορνογραφία και τα ναρκωτικά. Και ο Κύριος θα τους τυφλώσει τα μυαλά τόσο, που θα καταστρέψουν ο ένας τον άλλο χωρίς να λάβουν την ελάχιστη ικανοποίηση από αυτό. Ο Κύριος θα επιτρέψει αυτό ακριβώς ώστε να φέρει μια κάθαρση. Όσον αφορά τον Πούτιν (γι’αυτό έλεγα για τον Πούτιν πιο πάνω), η περίοδος αυτή δεν θα διαρκέσει για πολύ, θα γίνει ένας ξαφνικός πόλεμος, και δεν είναι τριγύρω για πολύ. Αλλά, αφού ακολουθήσει αυτή η κάθαρση, θα γίνει φοβερή αναλαμπή της Ορθοδοξίας, όχι μόνο στην Ρωσία, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Τόσο δυνατή αναλαμπή της Ορθοδοξίας… Ο Κύριος θα επιμηκύνει την ευλογία Του, την Χάρη Του, ακριβώς όπως και στους πρωτοχριστιανικούς αιώνες. Τότε, όταν οι άνθρωποι πήγαιναν στον Κύριο με καθαρή καρδιά. Αυτό θα κρατήσει 3-4 δεκαετίες, τότε η δικτατορία του αντιχρίστου θα εγκατασταθεί σύντομα. Αυτά είναι τρομερά γεγονότα τα οποία πρέπει να αντέξουμε. Ας μην μας φοβίζουν, γιατί ο Κύριος θα διαφυλάξει τους δικούς Του. Ναι, θα αντιμετωπίσουμε σίγουρα τρομερές δυσκολίες, πείνα και παντού διωγμούς, και πολλά άλλα, αλλά ο Κύριος δεν θα εγκαταλείψει τους δικούς του.Και αυτοί που είναι βρίσκονται σε θέσεις ευθύνης (προφανώς ο γέροντας εννοεί τους ιερείς και τους επισκόπους) θα πρέπει να αναγκάσουν τους από κάτω να είναι με τον Κύριο, το περισσότερο: να υπακούουν στην προσευχή, το περισσότερο: και ο Κύριος θα διαφυλάξει τους δικούς Του. Η κατάσταση που θα επικρατήσει την κάθαρση θα είναι αυτή της τρομερής αναλαμπής. Και εμείς σαν ποιμένες, πρέπει να αποτρέψουμε τους ανθρώπους απ΄το να αμαρτάνουν όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε η Χάρη του Κυρίου να μην μας εγκαταλείψει όλους. Ώστε να είμαστε όσο πιο κοντά στον Κύριο γίνεται, στην μετάνοια και στην προσευχή. Τότε ο Κύριος θα μπορεί πάντα να είναι μαζί μας, άσχετα από το πόσο δύσκολες είναι οι περιστάσεις. Ο Κύριος δεν θα μας εγκαταλήψει. Πρέπει να συγκρατούμε τους εαυτούς μας και τους δικούς μας.

+++

Αυτός ο Άγιος Κοσμάς, ο θεοφώτιστος άνθωπος, ο αγιασμένος, το αγιασμένο αυτό σκεύος του Αγίου Πνεύματος, είλθε και είπε ότι θα γίνει ένας 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος.Είπε πολλά επαλήθευσε, θα επαληθεύσουν και τα υπόλοιπα.Λοιπόν ο Άγιος Κοσμάς είπε ότι θα γίνει 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος. Θα αραιώσουν οι άνθρωποι πάρα πολύ, θα κάνει ένας άνθρωπος μια μέρα διαδρομή να συναντήσει άνθρωπο να τον καλέσει αδελφό του.Θα χυθεί πάρα πολύ αίμα πάνω στην Κωνσταντινούπολη. Τόσο αίμα θα χυθεί που τριών ετών δαλάλι θα πλεύσει πάνω στο αίμα.Το αίμα θα φτάσει λέει μέχρι την άβυσο, δηλαδή μέχρι τον πυθμένα της θάλασσης, εκεί.Όπως ο άγγελος, ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, όταν εξέπεσε το αγγελικό τάγμα του Εωσφόρου και είπε "Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου" και σταμάτησε εκεί η κατάρευσις του αγγελικού αυτού τάγματος που κατέληξε να γίνει δαιμονικό, έτσι λέγει ο Άγιος Κοσμάς θα μιλήσει και τότε και θα σταματήσει ο πόλεμος, "Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου" και θα σταματήσει ο πόλεμος!Και η νίκη κατά την προφητεία του, θα δοθεί εις τους Έλληνες!Και λέγει ότι, το ένα τρίτο των Τούρκων θα σφαγεί, δηλαδή θα σκοτωθεί!Το ενα τρίτο, θα φύγει στα βάθη της Μικράς Ασίας!Και το άλλο τρίτο, θα γίνουν Ορθόδοξοι Χριστιανοί, διότι θα κατάγονται από ελληνικό αίμα, απο το παιδομάζωμα των Τούρκων. Ως την ιστορία, όπως έχουμε διδαχθεί, ότι κάποτε οι Τούρκοι εκάναν παιδομάζωμα, μαζέυαν τα παιδάκια τα μικρά και κάνανε τον καλύτερο στρατό, τους Γενιτσάρους, που αυτά τα παιδιά σαν γενναίος στρατός, εμάχετο με τα ελληνόπουλα τα άλλα και αυτά ήταν ελληνόπουλα, αλλά δεν ήξεβραν ότι είχανε γονείς Ορθοδόξους και Έλληνες! Λοιπόν, απ' αυτή τη σπορά την ελληνική, απ' αυτό το αίμα το ελληνικό και Ορθόδοξο, αυτό είναι το ενα τρίτο των Τούρκων θα γίνουν Χριστιανοί.Και μετά, υπάρχει κοιμόμενος στρατηγός, ονόματι Ιωάννης, ο οποίος τότε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ θα υποδείξει εις τους Χριστιανούς ότι, αυτός θα βασιλεύσει τώρα, θα τους υποδείξει με το δάχτυλό του τον τόπο και θα τον καλέσουν να ηγηθεί και να βασιλεύσει εις τον ελληνικό και ορθόδοξο λαό και θα γίνει αυτό!Πρίν απο χρόνια, εις το Άγιον Όρος, ήταν ένας Αρχιερεύς ονόματι Ιερόθεος, αυτός ήρθε απο την Μικρά Ασία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον έβαλε στο Άγιον Όρος να κάμνει χειροτονίες, μνημόσυνα, λειτουργείες και λοιπά. Ήτανε ένας Άγιος αρχιερέας, στον τύπο του Αγίου Νικολάου.Απο αυτόν τον Άγιον αρχιερέα, αξιώθηκα της ιεροσύνης. Απο την Μικρά Ασία, ευλογημένος άνθρωπος του Θεού.Ένα θα σας πω, αγρυπνίες που κάμναμε, 15 ώρες αγρυπνία. Αυτός ο άνθρωπος, ογδοηκοντούτης γέρωον, δεν εκάθητο καθόλου στο κάθισμα.Απο τον θρόνο κατέβαινε στο στασίδι, πάλι όρθιος και στην λειτουργία, 3 ώρες που ακολουθούσε μετά την πολύωρη ακολουθία του όρθρου, όρθιος, του βάζαμε μια καρέκλα να καθήσει και δεν ήθελε, λέει, ακόμη η Παναγία μας δεν με κούρασε και ας έτρεμε όλος απο την κούραση. Αυτός ο Άγιος αρχιερέας αυτός μας είπε, αυτός είδε τον κοιμώμενο αυτόν στρατηγό Ιωάννη, που θα αναστηθεί όταν θα γίνει ο 3ος μεγάλος αυτός Παγκόσμιος Πόλεμος! Τον είδε! Διότι χείλη αρχιερέως και ιερέως ου ψεύδονται.
Λοιπόν, μας είπε την αλήθεια και τον ρωτήσαμε διότι ζούσε τότε και ο μακαριστός μου και Άγιος Γέροντας μου και όλοι μαζί συνοδεία τον είχαμε πάρει στο εκκλησάκι μας και εκεί καθήσαμε και του κάμναμε τις ερωτήσεις και μας τα έλεγε, τα ακούσαμε με τα αυτιά μας. Λέει, υπάρχει αυτός ο κοιμώμενος Βασιλεύς και θα αναστηθεί. Του λέμε πότε Γέροντα, πότε Άγιε αρχιερέα του Θεού; Λέει όταν θα γίνει ο 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος.Επίσης μας είπε, ότι το δεξί του χέρι είναι στην λαβή του σπαθιού, το οποίο σπαθί είναι μες στη θήκη και μας έλεγε όταν το σπαθί θα βγεί απο την θήκη του, τότε θα γίνει ο 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος. Εμείς με την περιέργια μας του λέμε, σεβασμιότατε πόσο είναι το σπαθί μέσα στη θήκη;Ολίγοι, ολίγοι πόντοι εναπέμειναν για να βγεί, λέει! Και όταν το 55', έγιναν εκείνοι οι βανδαλισμοί επάνω στην Κωνσταντηνούπολη και οι Τούρκοι εκάνανε τόσες ασχήμιες, στούς αρχιερείς και ιερείς και εκκλησίες και στα μαγαζιά των ορθοδόξων Ελλήνων, τότε εγώ ήμουνα στο ασκητήρι των Αγίων Αναργύρων και βλέπω τον αρχιερέα έξω απο το ασκητήρι, ασκεπή, στενοχωρημένον, αναμμένον, ιδρωμένον και τρέχω έξω και του λέγω, Σεβασμιώτατε περάστε μέσα να σας δώσω ένα ποτήρι νερό, γιατί είστε έτσι; Και μου λέει, παιδί μου, λέει, διάκο, μου λέει, ξέρεις μήπως είναι τώρα, λέει, που θα γίνει ο 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος, λέει, γιατί αυτοί οι βανδαλισμοί, μήπως είναι η αρχή του πολέμου; Και φοβόμουν μην γίνει η Δευτέρα Παρουσία και αναστηθεί ο Βασιλεύς και λοιπά. Και δεν ήταν βέβαια εκείνη, δεν ήρθε ακόμη η ώρα, αλλά υπέθεσε ο άνθρωπος, γιατί γινόντουσαν εκείνα πάνω στην Κωνσταντινούπολη. Και εν συνεχεία λέγει ότι: Αφού βασιλεύσει αυτός ο Άγιος Βασιλεύς, τότε αυτός θα ζήσει 33 χρόνια. Η ζωή αυτών τω χρόνων, θα είναι μια ζωή παραδεισένια πάνω στη γή και απο απόψεως αγαθών και απο απόψεως πίστεως..............................................................








ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΙΘ' ΙΩΑΝΝΗ



.
...Kαι ειδον τον ουρανον ηνεωγμενον και ιδου ιππος λευκος και ο καθημενος επ αυτον πιστος [καλουμενος] και αληθινος και εν δικαιοσυνη κρινει και πολεμει οι δε οφθαλμοι αυτου φλοξ πυρος και επι την κεφαλην αυτου διαδηματα πολλα εχων ονομα γεγραμμενον ο ουδεις οιδεν ει μη αυτος και περιβεβλημενος ιματιον ρεραντισμενον αιματι και κεκληται το ονομα αυτου ο λογος του θεου και τα στρατευματα τα εν τω ουρανω ηκολουθει αυτω εφ ιπποις λευκοις ενδεδυμενοι βυσσινον λευκον καθαρον και εκ του στοματος αυτου εκπορευεται ρομφαια οξεια ινα εν αυτη παταξη τα εθνη και αυτος ποιμανει αυτους εν ραβδω σιδηρα και αυτος πατει την ληνον του οινου του θυμου της οργης του θεου του παντοκρατορος και εχει επι το ιματιον και επι τον μηρον αυτου ονομα γεγραμμενον βασιλευς βασιλεων και κυριος κυριων και ειδον ενα αγγελον εστωτα εν τω ηλιω και εκραξεν [εν] φωνη μεγαλη λεγων πασιν τοις ορνεοις τοις πετομενοις εν μεσουρανηματι δευτε συναχθητε εις το δειπνον το μεγα του θεου ινα φαγητε σαρκας βασιλεων και σαρκας χιλιαρχων και σαρκας ισχυρων και σαρκας ιππων και των καθημενων επ αυτους και σαρκας παντων ελευθερων τε και δουλων και μικρων και μεγαλων και ειδον το θηριον και τους βασιλεις της γης και τα στρατευματα αυτων συνηγμενα ποιησαι τον πολεμον μετα του καθημενου επι του ιππου και μετα του στρατευματος αυτου και επιασθη το θηριον και μετ αυτου ο ψευδοπροφητης ο ποιησας τα σημεια ενωπιον αυτου εν οις επλανησεν τους λαβοντας το χαραγμα του θηριου και τους προσκυνουντας τη εικονι αυτου ζωντες εβληθησαν οι δυο εις την λιμνην του πυρος της καιομενης εν θειω και οι λοιποι απεκτανθησαν εν τη ρομφαια του καθημενου επι του ιππου τη εξελθουση εκ του στοματος αυτου και παντα τα ορνεα εχορτασθησαν εκ των σαρκων αυτων.

Ο ευσεβής Βασιλέας της Κωνσταντινούπολης

«Και στήσει την βασιλείαν αυτού εν νυχθήμερον και εν τέταρτον…»

Είναι προφανές ότι βαδίζοντας προς την ημ/νία του μεγάλου πολέμου οι Χριστιανοί θα
καταδιώκονται όλο και περισσότερο από τους σκοταδιστές, από μέσα ή και από έξω από τη χώρα τους,
(τις στρατιωτικές ωμές επεμβάσεις τύπου Σερβίας, Ιράκ και Αφγανιστάν, τα σκοταδιστικά μέσα
ενημέρωσης, την μασωνοκρατία, την θεοποίηση της πλουτοκρατίας, κλπ). Ανάμεσα στα φύλλα λοιπόν που θα συστρατευθούν είναι και«πολιτισμένα» όπως οι Ρώσοι(Ρως) και οι Γερμανοί!!! (Γομέρ). Θα μαζευτούν, τότε, όλα τα κυριαρχούμενα από αρπαχτικές διαθέσεις έθνη, και λόγω της εξάπλωσης της
αποστασίας,αυτά θα είναι όλατ α« π ο λ ι τ ι σ μ έ ν α» τ η ς Λευκής Φυλής,και θα ξεκαθαρισθούν όλοι οι
αμετανόητοι υπήκοοί τους στον μεγάλο«έμφυλο πόλεμο » , για να παύσει για ένα μεγάλο διάστημα η καταπίεση των Χριστιανών, και όλων των Αξιών που εκπροσωπούνται και κηρύσσονται από την Εκκλησία.
Φαίνεται λοιπόν ότι ενώ θα νομίσουν για άλλη μία φορά οι οπαδοί του Αντιχρίστου ότι ήρθε η ώρα να κάνουν την παγκόσμια κυβέρνησή τους, γίνεται ο μεγάλος πόλεμος αλληλοεξόντωσης των αμαρτωλών λαών, και τότε όλοι σχεδόν όσοι επιζήσουν, θα πιστέψουν και θα δοξάσουν τον αληθινό Θεό.
Αποτέλεσμα του πολέμου θα είναι το ότι αντί να καθίσει στο θρόνο του ο Αντίχριστος στην
Ιερουσαλήμ, θα καθίσει ο ευσεβής Βασιλιάς στον θρόνο του στην Κων/λη.Μετά τα χρόνια του
Βασιλέως αυτού, κατά την διάρκεια των οποίων επιτελείται επανευαγγελισμός του κόσμου(εξάπλωση της Ορθοδόξου Πίστεως) έρχονται οι πολύ δυσκολοι καιροί που θα φέρουν τελικά στην εξουσία τον Αντίχριστο, αλλά μόνο για3 , 5 χρόνια. Τότε ο Αντίχριστος και ο Σατανάς θα καταργηθούν με τη μάχη του Αρμαγεδώνα, την τελευταία μάχη του Γωγ(του Σκότους εναντίον του Φωτός).Λ. Μ. Δ.

Η οικονομική πολιτική του «Πατέρα των Ελλήνων» Ιωάννη Δούκα Βατάτζη.

Κατά τα διαλείμματα των στρατειών αυτού ο Βατάτζης αφωσιώθη, μετ’ επιφανούς επιτυχίας εις την οικονομικήν ανάπτυξιν της αυτοκρατορίας.
Υπό την πατριαρχικήν αυτού διοίκησιν η χώρα απήλαυσε, μεγάλης υλικής ευημερίας. Υπήρξεν οικονόμος ούτως εξαίρετος, ώστε το προϊόν των κτημάτων του στέμματος ου μόνον επήρκει προς συντήρησιν της τραπέζης αυτού, αλλ΄άφινεν εις αυτόν και περίσσευμα χάριν ιδρύσεως νοσοκομείων, πτωχοκομείων και γηροκομείων ούτως, ώστε μετά τας ημέρας αυτού η Νίκαια ελέγετο έχουσα φιλανθρωπικά ιδρύματα καλλίτερα πάσης άλλης πόλεως. Αφιέρωσε μεγίστην προσοχήν εις την κτηνοτροφίαν κατά το σύστημα νεωτέρων μοναρχών και επειράθη να πείση τους ευπατρίδας να ζώσιν εκ των ιδίων κτημάτων δια πρακτικής αυτών μισθώσεως. Το κράτος των Σελδσουκιδών είχεν ανάγκην προχείρου αγοράς χάριν προμηθείας θρεμμάτων και σίτου ένεκα των δηώσεων, ας είχον επιφέρει εν ταις χώραις αυτών οι Μογγόλοι, και η ζήτησις ήτο ούτω μεγάλη, ώστε οι Έλληνες γαιοκτήμονες ηδύναντο ναπαιτώσιν ονειρώδεις τιμάς δια τα προϊόντα αυτών. Εκ των χρημάτων των κτηθέντων εκ της πωλήσεως ωών από των αυτοκρατορικών ορνιθοτροφείων ο αυτοκράτωρ κατώρθωσεν εν χρόνω βραχεί ν’ αγοράση χάριν της συζύγου πολυτελές στέμμα εκ μαργαριτών. Φυσικόν δε αποτέλεσμα της καθολικής εκείνης ευημερίας υπήρξεν η αύξησις της πολυτελείας, και οι ευπατρίδαι εδαπάνων το χρήμα αυτών εις μεταξωτά ενδύματα εκ της Ιταλίας και της Ανατολής. Ο αυτοκράτωρ αποφάσισε να περιστείλη την περί τας δαπάνας αμετρίαν των υπηκόων και συγχρόνως να ενθαρρύνη ΕΘΝΙΚΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ επί ζημία των ξένων, οίτινες ειχον ωφεληθή εκ της υπό του προκατόχου χορηγηθείσης ατελείας. Διο απηγόραθσεν εις αυτούς να φορώσι ξένα προϊόντα ή να καταναλίσκωσι ξένα υφάσματα επί ποινή της απωλείας του κοινωνικού αυτών αξιώματος. ΄
Έλλην ευπατρίδης ώφειλε, καθ’ α εκείνος εφρόνει να φέρη ενδυμασίαν Ελληνικήν, όπερ δόγμα δεν εξετίμων πλέον οι συμπολίται αυτού. Επέδειξε δε την ειλικρίνειαν αυτού συμμορφώσας τον ίδιον εαυτού οίκον προς τον νόμον, και επετίμησεν αυστηρώς τον υιόν, άτε μεταβαίνοντα εις κυνηγέσια εν πλουσία μεταξωτή περιβολή, υπομνήσας αυτόν, ότι τοιαύτη χλιδή ήτο δυσάρμοστος προς τον καθ΄ημέραν βίον των Ελλήνων και ώφειλε να επιδεικνύεται μόνον οσάκις ήτο αναγκάιον να καταπλαγώσι ξένοι πρέσβεις επί τω πλούτω του έθνους. Αντί να διασπαθή τους πόρους αυτού εις αυλικάς πομπάς αφιέρωνε τα ούτω σωζόμενα χρήματα εις την αύξησιν της εθνικής αμύνης από των Μογγόλων, ιδρύσας κεντρικήν εν Μαγνησία και σωρεύσας μεγάλα ποσά σίτου, εναποθηκευθέντος εν εσφραγισμένοις σιτοβολώσι χάριν χρήσεως εν περιπτώσει επιδρομής.
Δια βραχέων, άπασαι αυτού αι οικονομικάι διατάξεις είχον πρακτικώτατον χαρακτήρα, κατέβαλε δε πάσαν προσπάθειαν, όπως παρεμποδίση το ανατολικόν ελάττωμα του ναυσισμού δημοσίων χρημάτων υπό των διοικούντων τας επαρχίας δουκών και η νωθρότης ταμειακού τινός υπαλλήλου ετιμωρήθη δια μαστιγώσεως ούτως αυστηράς, ώστε ο ούτω τιμωρηθείς απέθανον εξ αυτής.
(Ουίλλιαμ Μίλλερ, Η Ιστορία της Νικαίας, Εν Αθήναις, 1924)

Θεοσημίες προ της Αλώσεως κατά τον Κριτόβουλον

 

Τα μετεωρολογικά φαινόμενα που εξελαμβάνοντο ως θεοσημίες δεν ήταν συνηθισμένα αλλά έκτακτα και ασυνήθιστα, πάντως όχι κοινά, όπως τουλάχιστον τα περιγράφει ο ιστορικός. Οι χαρακτηρισμοί των είναι πολύ ενδεικτικοί. Έτσι τα όσα περί της αναρρήσεως του Σουλτάνου στην εξουσία ήταν σημεία ξένα… αήθη τε και τερατώδη που παρά το ειηθώς υπεσήμηνε το θείον (1). Εκείνα που προηγήθηκαν της Αλώσεως ήταν παρά λόγον τότε γενόμενα, τα οποία τερατώδη τε και παρά το ειωθός υπεσήμηνε το θείον (2). Το σέλας που εμφανίσθηκε στον ουρανό ήταν ξένον τεράστιον…. Θαυμαστόν τι οίον και καινότατον θέαμα (3). Η απόσβεση εν μέρει της ηλιακής ακτινοβολίας ήτο θέαμα φοβερόν, τέρας τι εξαίσιον, τέρας τι μέγα (4). Η πτώση της εικόνας θαυμαστόν….παρά δόξαν γεγονός (5). Παράλογον τι και άηθες ην το χρήμα του υετού και της χαλάζης (6). Και το νέφος που περιεκάλυψε την πόλη ως γεγονός ήτο έτερον θαυμαστόν (7). (…)
Στην θεοσημία της εκλείψεως αναφέρεται εκτενώς και μάλιστα κατ’ αποκλειστικότητα, ο Nicolo Barbaro.
Κατά την διήγηση του Barbaro την 22αν Μαϊου την νύκτα παρετηρήθη ένα φοβερό ουράνιο φαινόμενο, συγκεκριμένα μια έκλειψη της σελήνης (μερική), το οποίο εγέμισε τρόμο τους πολιορκημένους και μάλιστα τον ίδιο τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο με τους αυλικούς του, ο οποίος κατάλαβε ότι η αυτοκρατορία του πλησίαζε στο τέλος της. Πιο συγκεκριμένα την πρώτη ώρα της νύχτας ανέτειλε η σελήνη. Ήταν πανσέληνος και η σελήνη έπρεπε να εμφανισθή στον ουρανό ολοστρόγγυλη, αλλά εκείνη ανέτειλε όπως ήταν πριν από τρεις ημέρες, που φαινόταν λίγο.. Τέσσερεις ώρες παρέμεινε έτσι και έπειτα σιγά σιγά άρχισε να γεμίζη. Όταν λοιπόν όλοι εμείς οι χριστιανοί αλλά και οι ειδωλολάτρες γράφει ο Barbaro, είδαμε αυτό το θαυμαστό σημάδι, τόσο ο αυτοκράτωρ όσο και οι αυλικοί του εφοβήθησαν και αυτό επειδή οι Έλληνες είχαν μια προφητεία, κατά την οποία η Κων/πολη ποτέ δεν θα χανόταν μέχρι την ημέρα που η σελήνη δεν θα φαινόταν στον ουρανό μέσα στον κύκλο της. Οι Τούρκοι όμως επανηγύρισαν στο στρατόπεδο των, επειδή τους εφάνη ότι η νίκη τους ανήκει,όπως αληθινά συνέβη (….)
Στις 22 Μαϊου τοποθετεί ο V. Grumel, La chronologie, Paris 1958, σελ. 468 την επισυμβάσαν μερικήν έκλειψη σελήνης. Την άποψη αυτή δέχεται χωρίς καμία επιφύλαξη και ο Pertussi A’ σελ. 444, σημ 42 και παραπέμποντας στο Grumel παρατηρεί ότι η εν λόγω έκλειψη είναι γεγονός βεβαιωμένα ηλεγμένο, πρβλ. και σ. LXXXIII. Με την εκδοχή της εκλείψεως κατά την 22αν Μαϊου συμφωνούν και νεώτερες επιστημονικές μετρήσεις. Έτσι σύμφωναμε τον δικτυακόν τόπον της Αμερικανικής υπηρεσίας διαστήματος (ΝΑSA) που αφορά σε σεληνιακές εκλείψεις, η μοναδική έκλειψη σελήνης κατά την χρονική περίοδο που μας ενδιαφέρει ήταν μερική και έγινε στις 19.14 ώρα Κων/πολης. Τέλος την ίδια ημερομηνία συνετελέσθη η σεληνιακή έκλειψη σύμφωνα με το ηλεκτρονικό πρόγραμμα Redshift 5. Στο ευρετήριο σεληνιακών εκλείψεων που περιλαμβάνει η δεύτερη αυτή σύγχρονη πηγή αναφέρεται πάλιν ότι η μοναδική σεληνιακή έκλειψη έγινε στις 22 Μαϊου, ήταν μερική άρχισε στις 17.46 και ωλοκληρώθηκε στις 20.42 με μέγιστη σεληνιακή έκλειψη στις 19.14, πράγμα που ανταποκρίνεται στα όσα αναφέρονται στον δικτυακό τόπο της NASA….


(Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, Στεφ. Δ. Ημέλλου, Αθήναι 2004)

Το Έδικτο των Μεδιολάνων

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο Χριστιανισμός απέκτησε το επίσημο δικαίωμα να υπάρχει και να αναπτύσσεται. Το πρώτο διάταγμα που ευνοούσε τον Χριστιανισμό, εκδόθηκε το 311 από τον Γαλέριο, που υπήρξε ένας από τους πιο άγριους διώκτες του. Το διάταγμα αυτό συγχωρούσε τους Χριστιανούς για την αντίστασή τους στις διαταγές της κυβέρνησης να επιστρέψουν στην ειδωλολατρία και αναγνώριζε το νόμιμο δικαίωμά τους να υπάρχουν. «Οι Χριστιανοί», έγραφε το διάταγμα, «μπορούν και πάλι να έχουν τις συναντήσεις τους, εφόσον δεν κάνουν τίποτε το αντίθετο προς το κοινό καλό και υποχρεώνονται να προσεύχονται στον Θεό τους για το καλό μας και το καλό της πολιτείας».[1]
Δύο χρόνια αργότερα, μετά τη νίκη του εναντίον του Μαξεντίου και τη συμφωνία του με τον Λικίνιο στο Μιλάνο, εξέδωσαν το εξαιρετικά ενδιαφέρον έγγραφο, που, λανθασμένα, ονομάζεται Έδικτο του Μιλάνου. Το πρωτότυπο του εγγράφου δεν έχει διασωθεί, αλλά ένα λατινικό διάταγμα, που έστειλε ο Λικίνιος στο νομάρχη της Νικομήδειας, έχει διασωθεί από τον Λακτάντιο. Μια ελληνική μετάφραση του λατινικού πρωτοτύπου υπάρχει στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσέβιου.
Σύμφωνα με αυτό το διάταγμα οι Χριστιανοί και όσοι πίστευαν σε άλλες θρησκείες, είχαν πλήρη ελευθερία να ακολουθούν οποιαδήποτε θρησκεία ήθελαν. Όλα τα εναντίον των Χριστιανών μέτρα θεωρούνταν άκυρα.[2]
Το 1891 ο Γερμανός λόγιος O. Seeck διατύπωσε τη θεωρία ότι ποτέ δεν εκδόθηκε το Έδικτο του Μιλάνου. Το μόνο Έδικτο που εκδόθηκε, γράφει, είναι το Έδικτο της ανεκτικότητας του Γαλέριου, που κυκλοφόρησε το 311.[3] Η σύγχρονη όμως ιστορική επιστήμη, δεν δέχεται καθόλου την άποψη αυτή.
Το συμπέρασμα πάντως είναι ότι ο Κωνσταντίνος και ο Λικίνιος έδωσαν στον Χριστιανισμό τα δικαιώματα που είχαν οι ειδωλολάτρες και οι άλλες θρησκείες. Είναι πρόωρο να μιλάει κανείς για θρίαμβο του Χριστιανισμού την εποχή του Κωνσταντίνου, ο οποίος νόμιζε ότι ο Χριστιανισμός μπορούσε να συμβιβαστεί με την ειδωλολατρία. Το σημαντικότερο γεγονός είναι ότι όχι μόνον έδωσε στους Χριστιανούς το δικαίωμα να υπάρχουν, αλλά και τους έβαλε κάτω από την προστασία του κράτους. Το γεγονός αυτό αποτελεί έναν εξαιρετικής σημασίας σταθμό για την ιστορία του Χριστιανισμού. Οπωσδήποτε όμως το Έδικτο της Νικομήδειας δεν αποτελεί βάση για την άποψη ορισμένων ιστορικών ότι κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κωνσταντίνου ο Χριστιανισμός είχε τοποθετηθεί πάνω από όλες τις θρησκείες, ότι οι άλλες θρησκείες ήταν απλώς ανεκτές[4] και ότι το Έδικτο του Μιλάνου δεν διακήρυσσε μια τακτική ανεκτικότητας, αλλά την υπεροχή του Χριστιανισμού.[5] Όταν προκύπτει το ζήτημα της εκλογής μεταξύ της υπεροχής ή των ίσων δικαιωμάτων του Χριστιανισμού, πρέπει ασφαλώς να κλίνουμε προς τα ίσα δικαιώματα. Παρ’ όλα αυτά, η σημασία του Εδίκτου της Νικομήδειας είναι μεγάλη. Όπως λέει ένας ιστορικός, «στην πραγματικότητα, χωρίς υπερβολές η σημασία του Εδίκτου του Μιλάνου παραμένει ασυζήτητα μεγάλη, γιατί αποτελεί μια πράξη που έθεσε τέρμα στην (εκτός Νόμου) θέση των Χριστιανών, ενώ συγχρόνως αναγνώρισε πλήρη θρησκευτική ελευθερία, υποβιβάζοντας έτσι την ειδωλολατρία, de jure, από την προηγούμενή της θέση, ως της μόνης επίσημης θρησκείας, στην ίδια θέση που είχαν και οι άλλες θρησκείες».[6]

Η στάση του Κωνσταντίνου απέναντι στην Εκκλησία
Ο Κωνσταντίνος έκανε κάτι παραπάνω από την απλή παραχώρηση δικαιωμάτων στον Χριστιανισμό. Έδωσε στους Χριστιανούς κληρικούς όλα τα δικαιώματα που είχαν οι ειδωλολάτρες ιερείς. Τους απάλλαξε από τους κρατικούς φόρους, καθώς και από άλλες υποχρεώσεις που θα μπορούσαν να τους αποσπάσουν από τα θρησκευτικά τους καθήκοντα.
Ο κάθε άνθρωπος μπορούσε να κληρονομήσει την ιδιοκτησία του στην Εκκλησία, η οποία πάλι αποκτούσε το δικαίωμα της κληρονομιάς. Έτσι, μαζί με τη διακήρυξη της θρησκευτικής ελευθερίας, αναγνωριζόταν και η νομική υπόσταση κάθε χριστιανικής κοινότητας. Από νομικής πλευράς, ο Χριστιανισμός αποκτούσε μια τελείως νέα θέση.
Πολύ αξιόλογα προνόμια δόθηκαν στα εκκλησιαστικά δικαστήρια. Κάθε άνθρωπος είχε το δικαίωμα, αν συμφωνούσε ο αντίπαλός του, να συζητήσει μια αγωγή, έστω και μη εκκλησιαστικής φύσης, στο εκκλησιαστικό δικαστήριο, έστω κι αν η συζήτηση της υπόθεσης είχε ήδη αρχίσει σε άλλο, μη εκκλησιαστικό δικαστήριο. Προς το τέλος της βασιλείας του Κωνσταντίνου, τα δικαιώματα των εκκλησιαστικών δικαστηρίων αυξήθηκαν ακόμα περισσότερο:
1) Οι αποφάσεις ενός Επισκόπου έπρεπε να γίνουν δεκτές ως τελικές για περιπτώσεις σχετικές με ανθρώπους οποιασδήποτε ηλικίας.
2) Οποιαδήποτε περίπτωση - που δεν αφορούσε το εκκλησιαστικό δικαστήριο - μπορούσε να διαβιβαστεί σ’ αυτό, σε οποιαδήποτε στιγμή, έστω και αν ο αντίπαλος δε συμφωνούσε.
3) Οι αποφάσεις των εκκλησιαστικών δικαστηρίων έπρεπε να επικυρωθούν από τα πολιτικά δικαστήρια.
Όλα αυτά τα προνόμια αύξησαν την εξουσιαστική δύναμη των Επισκόπων μέσα στην κοινωνία, αλλά συγχρόνως πρόσθεσαν ένα βαρύ φορτίο στις ευθύνες τους και δημιούργησαν πολλές περιπλοκές. Εκείνοι που έχαναν μια δίκη, μη έχοντας το δικαίωμα της έφεσης, έστω κι αν η απόφαση του Επισκόπου δεν ήταν σωστή, έμεναν συχνά ανικανοποίητοι και ερεθισμένοι. Επιπλέον, τα νέα αυτά καθήκοντα των Επισκόπων έκαναν τη ζωή τους πολύ πιο πολύπλοκη.
Η Εκκλησία συγχρόνως πλούτιζε χάρη στις δωρεές που έπαιρνε από διάφορες πηγές, με τη μορφή κτημάτων, χρημάτων ή σταριού. Οι Χριστιανοί δεν ήταν υποχρεωμένοι να συμμετέχουν σε ειδωλολατρικές γιορτές. Συγχρόνως, η χριστιανική επίδραση έφερε κάποιο μετριασμό στην τιμωρία των εγκληματιών.
Επιπλέον, το όνομα του Κωνσταντίνου συνδέεται με την ανέγερση πολλών ναών σε όλα τα μέρη της τεράστιας αυτοκρατορίας του. Η βασιλική του Αγίου Πέτρου και η βασιλική του Λατερανού της Ρώμης, αποδίδονται σ’ αυτόν. Ιδιαιτέρως ενδιαφέρθηκε για την Παλαιστίνη, όπου η μητέρα του Ελένη, όπως πιστεύεται, βρήκε τον αληθινό Σταυρό. Στην Ιερουσαλήμ, εκεί όπου είχαν θάψει τον Χριστό, κτίσθηκε ο ναός του Αγίου Τάφου, ενώ στο Όρος των Ελαιών, ο Κωνσταντίνος έχτισε το ναό της Ανάληψης και στη Βηθλεέμ το ναό της Γέννησης. Η νέα πρωτεύουσα, η Κωνσταντινούπολη, και τα περίχωρά της επίσης πλουτίσθηκαν με πολλούς ναούς, κυριότεροι από τους οποίους είναι ο ναός των Αγίων Αποστόλων και ο ναός της Αγίας Ειρήνης. Είναι δυνατόν επίσης ο Κωνσταντίνος να έχει θεμελιώσει την Αγία Σοφία, που συμπληρώθηκε από το διάδοχό του Κωνστάντιο. Πολλοί άλλοι ναοί κατασκευάστηκαν σε διάφορα μέρη κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κωνσταντίνου στην Αντιόχεια, τη Νικομήδεια και τη Βόρεια Αφρική.
Μετά τη βασιλεία του Κωνσταντίνου, αναπτύχθηκαν τρία αξιόλογα χριστιανικά κέντρα: Η χριστιανική Ρώμη, στην Ιταλία - αν και η συμπάθεια προς την ειδωλολατρία εξακολούθησε να υπάρχει εκεί για αρκετό διάστημα - η χριστιανική Κωνσταντινούπολη, που σύντομα έγινε για τους Χριστιανούς της Ανατολής μια δεύτερη Ρώμη και, τελικά, η χριστιανική Ιερουσαλήμ. Μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τον αυτοκράτορα Τίτο, το 70 μ.Χ. και το σχηματισμό στη θέση της, της ρωμαϊκής αποικίας Aeolia Capitolina, κατά τα διάρκεια της βασιλείας του Αδριανού, τον 2ο αιώνα μ.Χ., η αρχαία Ιερουσαλήμ είχε χάσει την αξία της, αν και υπήρξε η μητέρα Εκκλησία της Χριστιανοσύνης και το κέντρο της πρώτης αποστολικής διδασκαλίας. Η χριστιανική Ιερουσαλήμ αναζωογονήθηκε την εποχή του Κωνσταντίνου.
Οι ναοί που κτίσθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής στα τρία κέντρα, που αναφέραμε παραπάνω, υπήρξαν τα σύμβολα του θριάμβου της χριστιανικής εκκλησίας, που γρήγορα έγινε η επίσημη εκκλησία του κράτους. Η ιδέα της επί γης Βασιλείας ήταν τελείως νέα και αντίθετη προς τη βασική αρχή του Χριστιανισμού ότι η Βασιλεία του Θεού δεν είναι του κόσμου αυτού και ότι πλησιάζει σύντομα το τέλος του κόσμου.[7]

Ο Αρειανισμός και η Σύνοδος της Νίκαιας
Μετά την καθιέρωση των νέων συνθηκών, στις αρχές του 4ου αιώνα, η Εκκλησία έζησε μια περίοδο εντατικής δημιουργικής δράσης, η οποία εκδηλώθηκε κυρίως στο δογματικό τομέα. Τον 4ο αιώνα τα δογματικά ζητήματα δεν απασχολούσαν μόνον τα άτομα, όπως συνέβηκε στον 3ο αιώνα με τον Τερτυλλιανό ή τον Ωριγένη, αλλά ολόκληρες ομάδες ανθρώπων που αποτελούνταν από καλά οργανωμένα άτομα.
Τον 4ο αιώνα οι Σύνοδοι έγιναν ένα κοινό μέσο, το οποίο θεωρείτο ως το μόνο κατάλληλο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων εκείνων που ήταν συζητήσιμα.
Με την προσπάθεια αυτή, όμως, παρουσιάζεται ένας νέος παράγοντας στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, ένας παράγοντας σημαντικός για τη μετέπειτα ιστορία της εξέλιξης των σχέσεων μεταξύ των πνευματικών και υλικών δυνάμεων. Ήδη από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου το κράτος έπαιρνε μέρος στις θρησκευτικές φιλονικίες, διευθύνοντάς τις κατάλληλα. Φυσικά, πολλές φορές, τα συμφέροντα του κράτους δεν συνέπιπταν με τα συμφέροντα της Εκκλησίας.
Για πολλούς αιώνες το κέντρο πολιτισμού της Ανατολής υπήρξε η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου η επιστημονική δράση είχε μεταβληθεί σ’ ένα δυνατό ρεύμα. Ήταν φυσικό οι νέες δογματικές ιδέες να προέλθουν από την Αλεξάνδρεια, η οποία, όπως τονίζει ο καθηγητής A. Spassky «έγινε στην Ανατολή το κέντρο της θεολογικής εξέλιξης, αποκτώντας έτσι, στο χριστιανικό κόσμο, τη φήμη μιας φιλοσοφημένης Εκκλησίας, που ποτέ της δεν κουράστηκε να μελετάει μεγάλα θρησκευτικά και επιστημονικά προβλήματα».[8] Αν και ο Άρειος, που το όνομά του δόθηκε στην πιο σπουδαία αιρετική διδασκαλία της εποχής του Κωνσταντίνου, υπήρξε ένας Αλεξανδρινός ιερέας, το δόγμα του έχει τόπο προέλευσης την Αντιόχεια της Συρίας, όπου ο Λουκιανός, ένας από τους πιο μορφωμένους ανθρώπους της εποχής εκείνης, είχε ιδρύσει μια θεολογική σχολή, η οποία, όπως λέει ο A. Harnack, υπήρξε η γενέτειρα του Αρειανισμού. Ο Λουκιανός είναι, κατά τον Harnack, «ο Άρειος που προηγήθηκε από τον Άρειο».[9]
Ο Άρειος δίδασκε ότι ο Υιός του Θεού υπήρξε ένα δημιούργημα «κτίσμα», όπως είναι όλα τα άλλα δημιουργήματα του Θεού. Η ιδέα αυτή αποτελεί τη βάση του Αρειανισμού. Εκτός από την Αίγυπτο, στην Καισάρεια ο Ευσέβιος και στη Νικομήδεια ο Επίσκοπος Ευσέβιος, ακολούθησαν το παράδειγμα του Αρείου. Ο Επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος, όμως, απέκλεισε τον Άρειο από τη συμμετοχή στη θεία ευχαριστία, παρά τις προσπάθειες των φίλων του που θέλησαν να τον βοηθήσουν. Συγχρόνως απέτυχε κάθε άλλη προσπάθεια που έγινε με το σκοπό να ειρηνεύσει και να ησυχάσει η Εκκλησία.
Ο Κωνσταντίνος, ο οποίος μόλις είχε νικήσει τον Λικίνιο, αποκτώντας έτσι όλη την εξουσία στα χέρια του, έφτασε το 324 στη Νικομήδεια, όπου άκουσε πολλά παράπονα, τόσο από τους αιρετικούς, όσο και από τους αντιπάλους τους. Θέλοντας, πάνω απ’ όλα, να καθιερώσει μια θρησκευτική ειρήνη στην αυτοκρατορία του και μη εννοώντας την έκταση και τη σημασία της δογματικής διαμάχης, ο αυτοκράτορας έστειλε ένα γράμμα στον Επίσκοπο Αλέξανδρο και στον Άρειο, με το οποίο τους προέτρεπε να βρουν κάποιον τρόπο συμφωνίας, προβάλλοντάς τους για παράδειγμα τους φιλοσόφους που ζουν ειρηνικά, παρά τις διαφορές που τους χωρίζουν. Επίσης ανέφερε στο γράμμα του ότι δεν θα ήταν δύσκολη μια συμφωνία, αφού και οι δυο, ο Αλέξανδρος και ο Άρειος, πίστευαν στη Θεία Πρόνοια και τον Ιησού Χριστό. Επιπλέον, ο Κωνσταντίνος έγραφε τα εξής: «Δώστε μου πίσω την ηρεμία έτσι ώστε η χαρά μου και η γαλήνη να ρυθμίζουν, από τώρα και στο εξής, τη ζωή μου».[10]
Το γράμμα αυτό στάλθηκε στην Αλεξάνδρεια μέσω του Επισκόπου της Κορδούης της Ισπανίας Οσίου, τον οποίον ο Κωνσταντίνος εκτιμούσε πολύ. Ο Επίσκοπος αυτός πήγε το γράμμα, μελέτησε προσεκτικά την κατάσταση και επιστρέφοντας εξήγησε στον αυτοκράτορα την πλήρη σημασία της κίνησης του Αρείου, οπότε, τότε μόνον, ο Κωνσταντίνος αποφάσισε να συγκαλέσει μια Σύνοδο.
Η Α' Οικουμενική Σύνοδος έγινε το 325, στη Νίκαια της Βιθυνίας. Ο ακριβής αριθμός των πατέρων που έλαβαν μέρος στη Σύνοδο δεν είναι γνωστός, αν και συνήθως αναφέρεται ο αριθμός 318. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν Επίσκοποι των περιοχών της Ανατολής, ο δε ηλικιωμένος Επίσκοπος Ρώμης έστειλε στη θέση του δύο ιερείς. Η πιο σοβαρή υπόθεση την οποία συζήτησε η Σύνοδος, πρόεδρος της οποίας ήταν ο ίδιος ο Αυτοκράτορας, υπήρξε η θεωρία του Αρείου.
Τα πρακτικά της Συνόδου της Νίκαιας, δεν έχουν διασωθεί. Μερικοί μάλιστα αμφιβάλουν αν κρατήθηκαν γραπτά πρακτικά. Πληροφορίες σχετικές με τη Σύνοδο έχουμε μόνον από αυτούς που έλαβαν μέρος σ’ αυτήν, καθώς και από τους ιστορικούς.[11] Ο πιο ενθουσιώδης και ικανός αντίπαλος του Αρείου υπήρξε ο Αρχιδιάκονος της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας, Αθανάσιος. Ύστερα από ζωηρές συζητήσεις, η Σύνοδος καταδίκασε την αίρεση του Αρείου, ο Χριστός αναγνωρίζεται ως ο Υιός του Θεού, «γεννηθείς και ου ποιηθείς», «ομοούσιος τω Πατρί».
Το σύμβολο αυτό της πίστης το υπέγραψαν πολλοί οπαδοί του Αρείου, ενώ οι πιο επίμονοι από αυτούς, μαζί με τον Άρειο, καταδικάστηκαν σε περιορισμό και εξορία. Ένας από τους πιο ειδικούς στο ζήτημα του Αρειανισμού, γράφει ότι «ο Αρειανισμός ξεκίνησε με τις καλύτερες προϋποθέσεις και μέσα σε λίγα χρόνια επικράτησε στην Ανατολή. Αλλά η δύναμή του χάθηκε, από τη στιγμή που συγκροτήθηκε η Σύνοδος, κάτω από το βάρος της αποδοκιμασίας του χριστιανικού κόσμου... ο Αρειανισμός φαινόταν απελπιστικά συντριμμένος όταν τελείωσε η Σύνοδος».[12] Η επίσημη διακήρυξη της Συνόδου ανάγγειλε σε όλες τις χριστιανικές κοινότητες τη νέα κατάσταση αρμονίας και ειρήνης που επεκράτησε στην Εκκλησία. Ο Κωνσταντίνος έγραφε: «Ο διάβολος δεν έχει πια καμιά δύναμη εναντίον μας, εφόσον εκείνο, που με κακοήθεια είχε επινοήσει για την καταστροφή μας, χτυπήθηκε γερά στη ρίζα του. Η αλήθεια, με τη βοήθεια του Θεού, σκόρπισε όλες τις διαφωνίες, τα σχίσματα, τις οχλαγωγίες και τα θανάσιμα δηλητήρια της ασυμφωνίας».[13]
Η πραγματικότητα όμως διέψευσε τις ελπίδες του Κωνσταντίνου. Η Σύνοδος της Νίκαιας καταδικάζοντας τον Άρειο, όχι μόνον απέτυχε να δώσει κάποιο τέλος στον Αρειανισμό, αλλά και προκάλεσε πολλές άλλες περιπλοκές. Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος άλλαξε στάση απέναντι στους οπαδούς του Αρείου και λίγα χρόνια μετά τη Σύνοδο, ο Άρειος και οι πιο θερμοί του οπαδοί γύρισαν πίσω από τον τόπο της εξορίας τους. Αλλά η ανασυγκρότηση του Αρειανισμού εμποδίστηκε από τον ξαφνικό θάνατο του ιδρυτή του. Και το Σύμβολο της πίστης της Νίκαιας, αν και ποτέ δεν ακυρώθηκε επίσημα, ξεχάστηκε σκόπιμα και εν μέρει αντικαταστάθηκε από άλλους τύπους.
Είναι δύσκολο να εξηγήσουμε τις αιτίες τόσο της αντίθεσης εναντίον της Συνόδου της Νίκαιας όσο και της αλλαγής της στάσης του Κωνσταντίνου. Ίσως ανάμεσα από τις πολλές εξηγήσεις (επιδράσεις της αυλής, οικογενειακοί λόγοι κλπ.) θα πρέπει να προσέξουμε την εξής: όταν ο Κωνσταντίνος προσπάθησε για πρώτη φορά να αντιμετωπίσει το θέμα του Αρειανισμού, δεν είχε ακόμα γνωρίσει στην Ανατολή τη θρησκευτική κατάσταση, η οποία ευνοούσε τον Άρειο.
Ο αυτοκράτορας είχε εκπαιδευτεί στη Δύση και γι’ αυτό είχε υποστεί την επιρροή των Δυτικών, όπως π.χ. του Επισκόπου της Κορδούης, Οσίου, πράγμα που τον οδήγησε στο να υποστηρίξει το Σύμβολο της Νίκαιας. Η υποστήριξή του αυτή βέβαια συμφωνούσε με τις απόψεις του, αλλά δεν ήταν σύμφωνη προς τις απόψεις που επικρατούσαν στην Ανατολή. Όταν ο Κωνσταντίνος κατάλαβε αργότερα ότι οι αποφάσεις της Νίκαιας δεν ήταν σύμφωνες με το πνεύμα της πλειονότητας της Εκκλησίας και ότι αυτές οι αποφάσεις ήταν αντίθετες προς τις επιθυμίες των κατοίκων της Ανατολής, θέλησε να αλλάξει τακτική. Έτσι κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της βασιλείας του Κωνσταντίνου, ο Αρειανισμός εισχώρησε ακόμα και στην Αυλή του αυτοκράτορα, αποκτώντας όλο και περισσότερη δύναμη στην ανατολική πλευρά της αυτοκρατορίας. Πολλοί από τους πρωτεργάτες του Συμβόλου της Πίστης καθαιρέθηκαν και στάλθηκαν στην εξορία. Η ιστορία όμως της επικράτησης του Αρείου κατά την περίοδο αυτή, δεν είναι αρκετά καθαρή, γιατί οι σχετικές πηγές δεν βρίσκονται σε καλή κατάσταση.Ο Κωνσταντίνος έμεινε ειδωλολάτρης μέχρι τον τελευταίο χρόνο της ζωής του. Μόνο στο κρεβάτι του θανάτου του βαφτίστηκε από τον οπαδό του Αρείου Επίσκοπο Νικομήδειας Ευσέβιο, ενώ συγχρόνως, όπως παρατηρεί ο A. Spassky, έδινε εντολή να ανακληθεί ο Αθανάσιος, ο γνωστός αντίπαλος του Αρείου. Ο Κωνσταντίνος έκανε τα παιδιά του Χριστιανούς.

Υποσημειώσεις:
[1] Lactanius, «De mortibus persecutorum» 34, 4-5: Eusebius, «Historia ecclesiastica», viii 17, 9-10.
[2] Lactanius, «De mortibus persecutorum» 48, 4-8: Eusebius, «Historia ecclesiastica», Χ, 5, 6-9.
[3] «Das sogenannte Edikt von Mainland», «Zeitschrift für Kirchengeschichte», XII (1891), 381-386. Βλέπε επίσης «Geschichte der Untergangs der antiken Welt» (2η έκδοση, Berlin 1897), 495.
[4] A. Lebedev, «Η εποχή των διωγμών των Χριστιανών», (St. Petersburg, 1904) σελίδες 300-301.
[5] N. Grossu, «Το Έδικτο του Μιλάνου», σελίδες 29-30 (έκδοση της Θεολογικής Ακαδημίας του Κιέβου, 1913).
[6] A. Brilliantov, «Ο Μέγας Κωνσταντίνος και το Έδικτο του Μιλάνου» (Petrograd, 1916, σελίδα 157), M.A. Huttman «The Establishment of Christianity and the Proscription of Paganism», 123. Δες και Maurice «Numismatique Constantinienne» II, iv, όπου φαίνεται από τα νομίσματα η ελεύθερη συνύπαρξη του Χριστιανισμού και της ειδωλολατρίας.
[7] V. Barthhold, «Πρακτικά του Ανατολικού Κολλεγίου» (Leningrad 1925, σελίδα 163).
[8] «Ιστορία των Δογματικών κινήσεων κατά τη διάρκεια της περιόδου των Οικουμενικών Συνόδων» (Sergriev Posad, 1906, σελίδα 137).
[9] «Lehrbuch der Dogmengeschichte» (4η έκδοση, 1919), II, 187.
[10] Eusebius, «Vita Constantini», II, 72, von Heikel, Eusebius Werke, 71, «Nicene and Post-Nicene Fathers» I. 518.
[11] S.A. Wilkenhauser, «Zur Frage der Existenz von Nizanischen Synodal protocolen», Gesammelte Studien, F. Dölger, 122-142.
[12] H. Gwatkin, «Studies in Arianism» (2η έκδοση, 1900), 1-2.
[13] Socratis, «Historia ecclesiastica», I, 9. Βλέπε και «Nicene and Post-Nicene Fathers», ΙΙ, 13.

Το νομοθετικό έργο του Ιουστινιανού

 

Ο Ιουστινιανός έγινε διεθνώς γνωστός χάρη στο νομοθετικό του έργο, το οποίο είναι πράγματι πολύ σπουδαίο. Η γνώμη του ήταν ότι ένας αυτοκράτορας «δεν πρέπει να δοξάζεται μόνο με τα όπλα, αλλά και να οπλίζεται με τους νόμους, έτσι ώστε να μπορεί να αντιμετωπίζει σωστά την περίοδο της ειρήνης όπως και την περίοδο του πολέμου. Ο αυτοκράτορας πρέπει να είναι ο ισχυρός προστάτης του δικαίου, ακριβώς όπως είναι ο θριαμβευτής νικητής των εχθρών». Πίστευε επίσης ότι ο ίδιος ο Θεός έδωσε στους αυτοκράτορες το δικαίωμα να δημιουργούν και να ερμηνεύουν τους νόμους κι ότι ως συνεπώς ο αυτοκράτορας πρέπει να δημιουργεί νόμους, εφόσον το δικαίωμά του αυτό έχει θεϊκή προέλευση. Αλλά, φυσικά, εκτός από όλες αυτές τις θεωρητικές προϋποθέσεις, ο αυτοκράτορας είχε και άλλους, πιο πρακτικούς λόγους που τον οδήγησαν στο νομοθετικό του έργο, δεδομένου ότι το Ρωμαϊκό Δίκαιο, την εποχή αυτή, βρισκόταν σε μια πολύ χαώδη κατάσταση.
Από την εποχή της ειδωλολατρικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όταν η νομοθετική εξουσία ανήκε αποκλειστικά στον αυτοκράτορα, η μόνη μορφή νομοθεσίας ήταν η έκδοση των αυτοκρατορικών νόμων (leges). Όλοι οι παλαιότεροι νόμοι που διαμορφώθηκαν από τους νομικούς της κλασικής περιόδου, ονομάζονταν Jus vetus ή Jus antiquum. Από τα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. η νομική επιστήμη παράκμασε με μεγάλη ταχύτητα. Οι νομικές εκδόσεις περιορίστηκαν σε φτωχές συλλογές, που είχαν σκοπό να βοηθήσουν τους δικαστές, που δεν μπορούσαν να μελετήσουν όλη τη νομική φιλολογία, προσφέροντάς τους αποσπάσματα από τους αυτοκρατορικούς νόμους και τα έργα παλαιών διεθνώς γνωστών νομικών. Οι συλλογές αυτές όμως ήταν ιδιωτικές, χωρίς καμιά επίσημη αναγνώριση. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, ένας δικαστής έπρεπε να συμβουλεύεται όλους τους αυτοκρατορικούς νόμους και όλη την κλασική φιλολογία, πράγμα που ξεπερνούσε τις ανθρώπινες δυνατότητες. Δεν υπήρχε κανένα επίσημο όργανο για τη δημοσίευση των αυτοκρατορικών νόμων, που αυξάνοντας ποσοτικά κάθε χρόνο, δε μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εύκολα, γιατί μερικά νέα διατάγματα αναιρούσαν ή τροποποιούσαν τα παλαιά. Όλα αυτά εξηγούν την επείγουσα ανάγκη για μια απλή συλλογή των αυτοκρατορικών διαταγμάτων, προσιτή σε αυτούς που θα την χρησιμοποιούσαν. Αρκετά πράγματα είχαν γίνει προς την κατεύθυνση αυτή, πριν από τον Ιουστινιανό, που βοηθήθηκε πολύ στο νομοθετικό του έργο από το Γρηγοριανό Κώδικα (Codex Gregorianus), τον Ερμογενιανό Κώδικα (Codex Hermogenianus) και το Θεοδοσιανό Κώδικα (Codex Theodosianus). Για τη διευκόλυνση της χρήσης της κλασικής φιλολογίας (jus vetus) εκδόθηκε, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Θεοδόσιου Β' και του σύγχρονού του Βαλεντινιανού Γ', ένα διάταγμα που έδινε ανώτατο κύρος στα έργα μόνο των πέντε πιο φημισμένων νομικών. Οι υπόλοιποι νομικοί συγγραφείς έπρεπε να αγνοηθούν. Φυσικά αυτή υπήρξε μια τυπική λύση του προβλήματος, επειδή δεν ήταν εύκολο να βρει κανείς μέσα στα έργα των πέντε νομομαθών κατάλληλες αποφάσεις για κάθε περίπτωση. Οι νομομαθείς επίσης, συχνά, δε συμφωνούσαν μεταξύ τους, ενώ και οι αποφάσεις των κλασικών νομομαθών αποδεικνύονταν πολλές φορές απαρχαιωμένες και χωρίς πρακτική σημασία για τις μεταβαλλόμενες συνθήκες ζωής. Μια επίσημη αναθεώρηση του όλου νομικού συστήματος και μια σύνοψη των εξελίξεών του, δια μέσου των αιώνων, καθίστατο επιτακτική.
Οι παλαιότεροι κώδικες περιλάμβαναν μόνο τους αυτοκρατορικούς νόμους μια περιόδου, χωρίς να αναφέρονται στη νομική φιλολογία. Ο Ιουστινιανός ανέλαβε το τεράστιο έργο της σύνθεσης ενός κώδικα όλων των αυτοκρατορικών νόμων, μέχρι την εποχή του, καθώς και της αναθεώρησης των παλαιών νομικών συγγραμμάτων. Ο κύριος βοηθός του και η ψυχή του όλου έργου υπήρξε ο Τριβωνιανός.
Το έργο προχώρησε με εκπληκτική ταχύτητα. Το Φεβρουάριο του 528 ο αυτοκράτορας όρισε μια επιτροπή από δέκα ειδικούς, μαζί με τον Τριβωνιανό, που ήταν «το δεξί χέρι του αυτοκράτορα στη μεγάλη νομοθετική του προσπάθεια» και του Θεόφιλου, καθηγητή του Δικαίου. Έργο της επιτροπής ήταν η αναθεώρηση των τριών παλαιότερων κωδίκων, η απάλειψη από αυτούς του απαρχαιωμένου υλικού και η συστηματοποίηση των νόμων που κυκλοφόρησαν μετά την έκδοση του Θεοδοσιανού Κώδικα. Αποτέλεσμα όλης αυτής της εργασίας υπήρξε η συλλογή όλων των έργων και η έκδοση, τον Απρίλιο του 529, του Κώδικα του Ιουστινιανού (Codex Justinianus). Ο κώδικας αυτός διαιρείτο σε δέκα βιβλία, που περιείχαν τους νόμους που εκδόθηκαν απ’ την εποχή του αυτοκράτορα Αδριανού μέχρι τον Ιουστινιανό, και έγινε πλέον - ακυρώνοντας τους τρεις πιο παλιούς κώδικες - ο μόνος αυθεντικός κώδικας νόμων της αυτοκρατορίας.
Το 530 ο Τριβωνιανός ανέλαβε να οργανώσει μια επιτροπή που θα αναθεωρούσε τα έργα όλων των κλασικών νομομαθών, θα τα περιέκοβε, θα απέρριπτε κάθε απαρχαιωμένο υλικό, θα αφαιρούσε όλες τις αντιφάσεις και θα τακτοποιούσε όλο το υλικό, που θα απέμενε, σε κάποια οριστική τάξη. Για επιτευχθεί ο σκοπός αυτός η επιτροπή έπρεπε να διαβάσει και να μελετήσει περίπου 2.000 βιβλία, τα οποία περιείχαν πάνω από 3.000.000 γραμμές. Το τεράστιο αυτό έργο, που, όπως λέει ο Ιουστινιανός, «πριν διαταχθεί η εκτέλεσή του, κανείς δε μπορούσε να φανταστεί ότι ήταν ανθρώπινα κατορθωτό» και το οποίο «απάλλαξε τη Jus vetus από κάθε περιττό πλεονασμό» συμπληρώθηκε μέσα σε τρία χρόνια. Ο νέος Κώδικας που δημοσιεύθηκε το 533, υποδιαιρέθηκε σε πενήντα βιβλία, ονομάστηκε Digestorum ή Πανδέκτης (Pandectae) και χρησιμοποιήθηκε αμέσως από τους νομικούς κύκλους της αυτοκρατορίας.
Αν και ο Πανδέκτης του Ιουστινιανού είναι πολύ σπουδαίος, η βιασύνη με την οποία έγινε, είχε σαν αποτέλεσμα να είναι σε μερικά σημεία ελλιπής. Είχε πολλές επαναλήψεις, αντιθέσεις και μερικές τελείως απαρχαιωμένες αποφάσεις. Επιπλέον, η πλήρη εξουσιοδότηση, που είχε η επιτροπή για τη συντόμευση των κειμένων, την ερμηνεία τους και τη σύνθεση πολλών κειμένων σ’ ένα, είχε σαν αποτέλεσμα κάποια αυθαιρεσία, που μερικές φορές έφτασε στο σημείο να ακρωτηριάσει τα αρχαία κείμενα. Υπήρχε μια αισθητή έλλειψη ενότητας στο έργο αυτό, έλλειψη που προκάλεσε δυσμενή κριτική του Πανδέκτη από τη μεριά των νομομαθών του 19ου αιώνα, οι οποίοι εκτιμούσαν πολύ το κλασικό Ρωμαϊκό Δίκαιο. Παρόλα αυτά όμως, η πρακτική αξία του Πανδέκτη υπήρξε μεγάλη. Παράλληλα, το έργο αυτό διέσωσε αποσπάσματα των κλασικών ρωμαϊκών νομικών συγγραμμάτων, που δεν έχουν διασωθεί στο πρωτότυπο.
Στη διάρκεια της επεξεργασίας του Πανδέκτη, ο Τριβωνιανός κι οι δύο συνεργάτες του Θεόφιλος (αναφέρεται παραπάνω) και Δωρόθεος, καθηγητής στη Βηρυτό, ήταν απασχολημένοι με τη λύση ενός άλλου προβλήματος. Όπως λέει ο Ιουστινιανός, δεν ήταν όλοι «ικανοί να φέρουν το βάρος όλου αυτού του πλήθους των γνώσεων», δηλαδή του Κώδικα και του Πανδέκτη. Οι νέοι π.χ. «οι οποίοι βρίσκονται στα προπύλαια και θέλουν να μπουν στο ναό της δικαιοσύνης» δε μπορούσαν να γίνουν κύριοι όλου του υλικού των δύο μεγάλων έργων, πράγμα που παρουσίαζε επιτακτική την ανάγκη της έκδοσης ενός πρακτικού, γι’ αυτούς, εγχειριδίου. Ένα τέτοιο νομικό εγχειρίδιο, που προοριζόταν αρχικά για τους σπουδαστές, εκδόθηκε το 533. Διαιρείτο σε 4 βιβλία και ονομαζόταν Institutiones (Εισηγήσεις). Όπως λέει ο Ιουστινιανός, οι «Εισηγήσεις» αυτές είχαν σκοπό να οδηγήσουν «όλες τις θολές πηγές της Jus vetus σε μια καθαρή λίμνη». Το διάταγμα, που ενέκρινε τις Institutiones, απευθυνόταν προς «τους νέους που είχαν το ζήλο και την προθυμία να γνωρίσουν τους νόμους» (cupidae legum juventuti).
Στη διάρκεια της επεξεργασίας του Πανδέκτη και των Εισηγήσεων, η τρέχουσα νομοθεσία δεν είχε ακόμα διαμορφωθεί οριστικά. Πολλά νέα διατάγματα εκδίδονταν, ενώ αρκετά ζητήματα είχαν ανάγκη αναθεώρησης. Δηλαδή, η έκδοση του Κώδικα του 529 δεν ήταν πια, σε πολλά σημεία, επίκαιρη με αποτέλεσμα να γίνει μια νέα αναθεώρηση που συμπληρώθηκε το 534. Το Νοέμβριο εκδόθηκε σε 12 βιβλία η δεύτερη έκδοση του αναθεωρημένου και επαυξημένου Κώδικα, με τον τίτλο Codex repetitae praelectionis. Η έκδοση αυτή ακύρωσε την παλαιά, του 529, και περιέλαβε τα διατάγματα που εκδόθηκαν από την εποχή του Αδριανού μέχρι το 534. Η πρώτη έκδοση του Κώδικα δεν έχει διασωθεί.
Τα διατάγματα που κυκλοφόρησαν μετά το 534 ονομάζονταν «Νεαραί» (Novellae). Σε αντίθεση με τον Κώδικα, τον Πανδέκτη και τις Εισηγήσεις που γράφτηκαν Λατινικά, οι περισσότεροι από τους νέους νόμους του Ιουστινιανού (Νεαραί) γράφτηκαν Ελληνικά. Το γεγονός αυτό υπήρξε μια σπουδαία παραχώρηση στις επιταγές της πραγματικότητας από έναν αυτοκράτορα που ζούσε στα πλαίσια της ρωμαϊκής παράδοσης. Σ’ ένα νέο νόμο του ο Ιουστινιανός γράφει: «Δεν γράψαμε το νόμο αυτό στην ντόπια λατινική γλώσσα, αλλά στην ομιλούμενη ελληνική με το σκοπό να γίνει εύκολα κατανοητός από όλους». Παρά το γεγονός ότι ο Ιουστινιανός ήθελε να συγκεντρώσει όλους τους νέους νόμους σε μια συλλογή, η επιθυμία του δεν πραγματοποιήθηκε, αν και έγιναν ορισμένες ιδιωτικές συλλογές τους στη διάρκεια της βασιλείας του. Οι Νεαραί θεωρούνται ως η τελευταία εκδήλωση του νομοθετικού έργου του Ιουστινιανού και χρησιμεύουν ως μια από τις κύριες πληροφοριακές πηγές για την ιστορία αυτής της εποχής.
Ο Ιουστινιανός πίστευε ότι ο Κώδικας, ο Πανδέκτης, οι Εισηγήσεις και οι Νεαραί, έπρεπε να αποτελέσουν μια ενιαία συλλογή, την οποία όμως δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει στη διάρκεια της βασιλείας του. Πολύ αργότερα, το Μεσαίωνα, στις αρχές του 12ου αιώνα, με την αναβίωση στην Ευρώπη της μελέτης του Ρωμαϊκού Δικαίου, όλο το νομοθετικό έργο του Ιουστινιανού έγινε γνωστό ως Corpus juris civilis. Με το όνομα αυτό είναι γνωστό και σήμερα ακόμα το νομοθετικό έργο του Ιουστινιανού.
Ο όγκος του νομοθετικού έργου του Ιουστινιανού και το γεγονός ότι γράφηκε λατινικά, σε μια γλώσσα δηλαδή πολύ λίγο κατανοητή από την πλειονότητα του πληθυσμού, είχαν σαν αποτέλεσμα να εκδοθούν αμέσως αρκετά ελληνικά υπομνήματα και περιλήψεις ορισμένων τμημάτων του Κώδικα, καθώς κι ορισμένες παραφράσεις των Εισηγήσεων και του Πανδέκτη, με επεξηγηματικές σημειώσεις. Οι μικρές αυτές ελληνικές συλλογές νόμων, που προέκυψαν από τις ανάγκες της εποχής και από πρακτικούς λόγους, είχαν αρκετά λάθη, σε σύγκριση με το πρωτότυπο λατινικό κείμενο. Παρόλα αυτά όμως συντέλεσαν στην παραμέληση του πρωτότυπου, που υποσκελίστηκε σχεδόν τελείως.
Σύμφωνα με τη νέα νομοθεσία, μεταβλήθηκε και η διδασκαλία των νομικών επιστημών. Καθιερώθηκαν νέα προγράμματα μελετών και η διάρκεια των σπουδών ορίστηκε 5ετής. Κύριο θέμα μελέτης, τον πρώτο χρόνο, ήταν οι Εισηγήσεις. Τον δεύτερο, τρίτο και τέταρτο ο Πανδέκτης και τελικά, τον πέμπτο ο Κώδικας. Σχετικά με το νέο πρόγραμμα, ο Ιουστινιανός γράφει τα εξής: «Όταν όλα τα νομικά μυστικά αποκαλυφθούν, τίποτα δε θα είναι άγνωστο στους σπουδαστές, οι οποίοι αφού διαβάσουν όλα τα έργα που συνέταξε ο Τριβωνιανός και οι άλλοι, θα γίνουν διακεκριμένοι δικηγόροι και υπηρέτες του Δικαίου, οι πιο ικανοί από όλους τους ανθρώπους και πετυχημένοι σε κάθε τόπο και σε κάθε εποχή». Απευθυνόμενος στους καθηγητές ο αυτοκράτορας γράφει: «Αρχίστε τώρα, με τη βοήθεια του Θεού, να προσφέρετε στους φοιτητές νομικές γνώσεις και να τους δείχνετε το δρόμο που καθιερώσαμε, έτσι ώστε ακολουθώντας το δρόμο αυτό, να γίνουν ικανοί λειτουργοί του Δικαίου και της Πολιτείας. Και σε σας θα ανήκει παντοτινά η πιο μεγάλη τιμή που μπορεί να υπάρξει». Απευθυνόμενος στους φοιτητές γράφει: «Δεχθείτε με κάθε επιμέλεια και με μεγάλη προσοχή τους νόμους μας και γίνετε έμπειροι στη χρήση τους, έτσι ώστε να μπορείτε να εμψυχώνεστε από την ωραία ελπίδα ότι θα γίνετε ικανοί, όταν τελειώνετε τις νομικές σας σπουδές, να οδηγήσετε την αυτοκρατορία μας στην πρόοδο». Η διδασκαλία περιορίστηκε στη μετάδοση της διδασκόμενης ύλης και στη σχετική με την ύλη αυτή ερμηνεία. Δεν επιτρεπόταν η αναθεώρηση ή η εκ νέου ερμηνεία του κειμένου με τη βοήθεια πρωτότυπων έργων των κλασικών νομομαθών. Οι φοιτητές είχαν το δικαίωμα να κάνουν επί λέξει μόνο μεταφράσεις και να επεξεργάζονται σύντομες παραφράσεις και αποσπάσματα.
Το καταπληκτικό νομοθετικό έργο του 6ου αιώνα, παρά τις φυσικές ατέλειες που παρουσίαζε στην εκτέλεσή του και παρά τα μεθοδικά του σφάλματα, υπήρξε πολύ σημαντικό. Ο Κώδικας του Ιουστινιανού διέσωσε το Ρωμαϊκό Δίκαιο, το οποίο έδωσε τις βασικές αρχές για τους νόμους που ρυθμίζουν τη ζωή της σύγχρονης κοινωνίας. Όπως λέει ο Diehl «η ισχυρή θέληση του Ιουστινιανού πέτυχε ένα από τα πιο αποδοτικά έργα, για την πρόοδο της ανθρωπότητας». Τον 12ο αιώνα, όταν άρχισε στη Δυτική Ευρώπη η μελέτη των Ρωμαϊκού Δίκαιου το Corpus juris civilis του Ιουστινιανού καθιερώθηκε ως το δίκαιο πολλών χωρών. «Το Ρωμαϊκό Δίκαιο απέκτησε νέα ζωή και για δεύτερη φορά συνετέλεσε στην ενότητα του κόσμου. Όλες οι νομοθετικές εξελίξεις της Δυτικής Ευρώπης, ακόμα και αυτές των ημερών μας, υφίστανται την επιρροή του Ρωμαϊκού Δικαίου... Τα πιο αξιόλογα περιεχόμενα της ρωμαϊκής νομοθεσίας έχουν εισαχθεί στις παραγράφους και στα κεφάλαια των κωδίκων της εποχής μας, με το όνομα των οποίων συνεχίζουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους» (I. A. Pokrovsky).
Κατά τον 20ο αιώνα παρατηρήθηκε μια ενδιαφέρουσα μεταστροφή στις απόψεις όσων μελετούσαν το νομοθετικό έργο του Ιουστινιανού. Μέχρι τότε το έργο αυτό, με εξαίρεση τις Νεαρές, είχε χαρακτηριστεί ως βοήθημα για την καλύτερη κατανόηση του Ρωμαϊκού Δίκαιου. Είχε χαρακτηριστεί δηλαδή ως έργο δευτερεύουσας σημασίας. Ο Κώδικας δε μελετήθηκε ποτέ ως αντικείμενο ανεξάρτητης έρευνας. Θεωρείτο ότι ο Ιουστινιανός, ή μάλλον ο Τριβωνιανός, διέστρεψε το κλασικό δίκαιο συντομεύοντας ή ευρύνοντας το κείμενο του πρωτότυπου. Τον προηγούμενο όμως αιώνα εξετάστηκε κυρίως το κατά πόσο το έργο του Ιουστινιανού ανταποκρίθηκε ή όχι στις ανάγκες της εποχής του και ποια υπήρξε η έκταση της συμβολής του στις ανάγκες αυτές. Οι αλλαγές που έγιναν στο κλασικό κείμενο δεν αποδίδονται πια στην αυθαιρεσία του συλλέκτη, αλλά στην προσπάθεια να προσαρμοστεί το Ρωμαϊκό Δίκαιο στις συνθήκες που επικρατούσαν τον 6ο αιώνα στην ανατολική αυτοκρατορία. Η επιτυχία του Κώδικα, στο σημείο αυτό, πρέπει να μελετηθεί σε σχέση με τις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή εκείνη. Τόσο ο Ελληνισμός όσο κι ο Χριστιανισμός πρέπει να επηρέασαν το έργο των συλλεκτών και οι συνήθειες της Ανατολής πρέπει να αντανακλούνται στις αναθεωρήσεις του αρχαίου Ρωμαϊκού Δικαίου. Μερικοί επιστήμονες μάλιστα μιλούν για τον ανατολικό χαρακτήρα του νομοθετικού έργου του Ιουστινιανού. Συνεπώς μένει, για τη σύγχρονη επιστήμη της ιστορίας του δικαίου, να καθορίσει και να αξιολογήσει τις επιρροές του Βυζαντίου στον Κώδικα, στον Πανδέκτη και στις Εισηγήσεις του Ιουστινιανού. Οι Νεαρές του, σαν έργο της τρέχουσας νομοθεσίας, φυσικά, ανταποκρίνονται στις συνθήκες και τις ανάγκες της σύγχρονής τους ζωής.
Την εποχή του Ιουστινιανού άκμασαν 3 Νομικές Σχολές: μια στην Κωνσταντινούπολη, μια στη Ρώμη και μια στη Βηρυτό, που καταστράφηκε από ένα φοβερό σεισμό που τον ακολούθησε φωτιά. Η σχολή της Βηρυτού μεταφέρθηκε στη Σιδώνα χωρίς να έχει πια μεγάλη σημασία.
Η εκκλησιαστική πολιτική του Ιουστινιανού
Σαν διάδοχος των Ρωμαίων Καισάρων ο Ιουστινιανός θεωρούσε καθήκον του να ανασυγκροτήσει τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ενώ συγχρόνως ευχόταν να μπορέσει να καθιερώσει στο κράτος του ενιαία νομοθεσία και ενότητα πίστης. «Ένα κράτος, ενιαία νομοθεσία, μια εκκλησία» - αυτή υπήρξε, με λίγα λόγια, όλη η γραμμή της πολιτικής του Ιουστινιανού. Στηρίζοντας τις αρχές του στην απόλυτη εξουσία, πίστευε ότι, σε ένα καλά οργανωμένο κράτος το κάθε τι βρίσκεται στη διάθεση του αυτοκράτορα. Έχοντας πλήρη επίγνωση του ότι η εκκλησία μπορούσε να χρησιμεύσει σαν δυναμικό όπλο στα χέρια του κράτους, έκανε κάθε προσπάθεια να την υποτάξει. Οι ιστορικοί προσπάθησαν να αναλύσουν τα κίνητρα που οδηγούσαν τον Ιουστινιανό στην εκκλησιαστική του πολιτική. Άλλοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η πολιτική είχε πρωτεύουσα θέση και ότι η θρησκεία ήταν απλός υπηρέτης του κράτους, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι «αυτός, ο δεύτερος Μεγάλος Κωνσταντίνος, ήταν έτοιμος να ξεχάσει τα διοικητικά του καθήκοντα οπουδήποτε προέκυπταν εκκλησιαστικά ζητήματα». Επιθυμώντας να είναι απόλυτα κύριος της εκκλησίας, ο Ιουστινιανός δεν ήθελε απλά να κρατάει στα χέρια του την εσωτερική διοίκηση και την τύχη του κλήρου (ανώτερου και κατώτερου) αλλά, και θεωρούσε δικαίωμά του να καθορίσει ένα ορισμένο δόγμα για τους υπηκόους του. Οι θρησκευτικές προτιμήσεις του αυτοκράτορα έπρεπε να ακολουθούνται από όλους. Ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου είχε το δικαίωμα να ρυθμίζει τη ζωή του κλήρου, να απονέμει, κατά την κρίση του, τα ανώτερα εκκλησιαστικά αξιώματα και να παρουσιάζεται ως κριτής των υποθέσεων του κλήρου προς τον οποίον συχνά έδειξε τη συμπάθειά του προστατεύοντάς τον και προωθώντας την ανέγερση νέων εκκλησιών και μοναστηριών, στα οποία έδινε ειδικά προνόμια. Επίσης κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για να πετύχει μια ενότητα πίστης ανάμεσα στους υπηκόους του. Συχνά έλαβε μέρος στις δογματικές διαμάχες αποφασίζοντας για αμφίβολα δογματικά ζητήματα. Η τακτική αυτή της ανάμιξης της πρόσκαιρης εξουσίας στα θρησκευτικά και εκκλησιαστικά ζητήματα και της εισχώρησής της και στις πιο απόκρυφες περιοχές των θρησκευτικών πεποιθήσεων των ατόμων είναι γνωστή στην ιστορία ως Καισαροπαπισμός. Και ο Ιουστινιανός μπορεί να θεωρηθεί ως ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς αντιπροσώπους της Καισοροπαπικής τάσης. Κατά τη γνώμη του, ο αρχηγός του κράτους έπρεπε να είναι συγχρόνως Καίσαρας και Πάπας, συνδυάζοντας στο άτομό του κάθε πρόσκαιρη ή πνευματική εξουσία. Οι ιστορικοί που τονίζουν την πολιτική πλευρά της δράσης του Ιουστινιανού, υποστηρίζουν ότι βασικό κίνητρο του Καισαροπαπισμού του υπήρξε η επιθυμία να εξασφαλίσει την πολιτική του δύναμη, να ενισχύσει την κυβέρνηση και να βρει θρησκευτική υποστήριξη για τη συγκράτηση του θρόνου, τον οποίον κατά τύχη απέκτησε.
Ο Ιουστινιανός είχε πάρει μια πολύ καλή θρησκευτική αγωγή. Ήξερε πολύ καλά την Αγία Γραφή, του άρεσε να συμμετέχει σε θρησκευτικές συζητήσεις και έγραψε αρκετούς εκκλησιαστικούς ύμνους. Οι θρησκευτικές συγκρούσεις του φαίνονταν επικίνδυνες ακόμα και από πολιτική άποψη, γιατί απειλούσαν την ενότητα της αυτοκρατορίας.
Αν και οι δυο προκάτοχοι του Ιουστίνου και του Ιουστινιανού, ο Ζήνων και ο Αναστάσιος, ακολούθησαν μια τακτική ειρηνικών σχέσεων με τη Μονοφυσιτική Εκκλησία της Ανατολής, απομακρυνόμενοι από την Εκκλησία της Ρώμης, ο Ιουστίνος και ο Ιουστινιανός υποστήριξαν σταθερά τη «Δυτική» Εκκλησία, με την οποία αποκατέστησαν φιλικές σχέσεις. Η κατάσταση αυτή όμως αποξένωσε τις ανατολικές επαρχίες, πράγμα που δεν συμφωνούσε με τα σχέδια του Ιουστινιανού, που επεδίωκε τόσο πολύ την καθιέρωσε μιας πίστης στην τεράστια αυτοκρατορία του. Η επίτευξη εκκλησιαστικής ενότητας μεταξύ Ανατολής και Δύσης και μεταξύ Αλεξάνδρειας, Αντιόχειας και Ρώμης ήταν αδύνατη. «Η κυβέρνηση του Ιουστινιανού», όπως λέει ένας ιστορικός, «στην εκκλησιαστική της πολιτική υπήρξε ένας διπρόσωπος Ιανός που, με το ένα πρόσωπο στραμμένο προς τη Δύση, ζητούσε οδηγίες από τη Ρώμη, ενώ με το άλλο, κοιτώντας προς την Ανατολή, ζητούσε την αλήθεια από τους μοναχούς της Συρίας και της Αιγύπτου».
Βασικός σκοπός της εκκλησιαστικής πολιτικής του Ιουστινιανού, από τις αρχές της βασιλείας του, ήταν η δημιουργία στενών σχέσεων με τη Ρώμη και για το λόγο αυτό παρουσιάστηκε ως υπερασπιστής της Συνόδου της Χαλκηδόνας, της οποίας τις αποφάσεις δε δέχονταν οι επαρχίες της Ανατολής. Στη διάρκεια της βασιλείας του Ιουστινιανού η Ρώμη απέκτησε υπέρτατη εκκλησιαστική εξουσία. Γράφοντας στον επίσκοπο Ρώμης ο Ιουστινιανός τον προσφωνεί «Πάπα». «Πάπα Ρώμης», «Αποστολικό Πατέρα», «Πάπα και Πατριάρχη» κλπ. και ο τίτλος του Πάπα αποδιδόταν αποκλειστικά στον Επίσκοπο της Ρώμης. Σ’ ένα γράμμα του προς τον Πάπα, ο αυτοκράτορας τον προσφωνεί ως «Κεφαλή όλων των αγίων εκκλησιών» (caput omnium sanctarum ecclesiarum), ενώ σε μια από τις Νεαρές, αναφέρει καθαρά ότι ο αρχιεπίσκοπος της Νέας Ρώμης (Κωνσταντινούπολης) κατατάσσεται δεύτερος, ύστερα από την Αγία Αποστολική Έδρα της Παλαιάς Ρώμης.
Ο Ιουστινιανός ήρθε αντιμέτωπος με τους Ιουδαίους, τους ειδωλολάτρες και τους αιρετικούς, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν οι Μανιχαίοι, οι Νεστοριανοί, οι Μονοφυσίτες, οι Αρειανοί και αντιπρόσωποι άλλων, λιγότερο σημαντικών θρησκευτικών δογμάτων. Ο Αρειανισμός είχε ευρύτατα διαδοθεί, στη Δύση, ανάμεσα στους Γερμανούς. Υπολείμματα της ειδωλολατρίας υπήρχαν σε διάφορα μέρη της αυτοκρατορίας και οι ειδωλολάτρες θεωρούσαν ακόμα ως κέντρο τους τη Σχολή των Αθηνών. Οι Ιουδαίοι και οι οπαδοί μικρότερων αιρετικών κινήσεων είχαν συγκεντρωθεί κυρίως στις επαρχίες της Ανατολής.
Ο αγώνας κατά των Αρειανών, στη Δύση, έλαβε τη μορφή στρατιωτικών επιχειρήσεων, που τέλειωσαν με την ολική ή μερική καθυπόταξη των βασιλείων των Γερμανών. Με βάση την πεποίθηση του Ιουστινιανού, ότι ήταν απαραίτητη μια ενιαία πίστη για όλη την αυτοκρατορία, δεν μπορούσε να υπάρξει καμιά ανεκτικότητα για τους αρχηγούς των άλλων θρησκειών ή αιρετικών διδασκαλιών, που επί Ιουστινιανού υπέφεραν φοβερούς διωγμούς τόσο από τις στρατιωτικές όσο και από τις πολιτικές αρχές.

Το κλείσιμο της Σχολής των Αθηνών
Ο Ιουστινιανός, θέλοντας να ξεριζώσει τελείως τα υπολείμματα της ειδωλολατρίας, έκλεισε, το 529, την περίφημη φιλοσοφική σχολή των Αθηνών, την τελευταία δηλαδή έπαλξη της εξασθενημένης ειδωλολατρίας, της οποίας η παρακμή είχε ήδη αρχίσει από τότε που ο Θεοδόσιος Β', τον 5ο αιώνα, οργάνωσε το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Πολλοί από τους καθηγητές της σχολής εξορίστηκαν και η περιουσία της κατασχέθηκε. Όπως γράφει ένας ιστορικός, «τον ίδιο χρόνο που ο Άγιος Βενέδικτος κατέστρεψε το τελευταίο ειδωλολατρικό άσυλο στην Ιταλία, το ναό του Απόλλωνα, στο άλσος του Monte Cassino, καταστράφηκε στην Ελλάδα το προπύργιο της κλασικής ειδωλολατρίας». Από την ημέρα που έκλεισε η Σχολή των Αθηνών, η πόλη αυτή έχασε οριστικά την παλιά της σπουδαιότητα, ως εκπολιτιστικό κέντρο και μεταβλήθηκε σε μια πόλη δευτερεύουσας σημασίας. Μερικοί από τους φιλόσοφους της σχολής αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στην Περσία, όπου, όπως είχαν ακούσει, ο Χοσρόης ενδιαφερόταν για τη φιλοσοφία. Εκεί έγιναν δεκτοί με πολύ συμπάθεια, αλλά η ζωή στην ξένη αυτή χώρα ήταν αφόρητη για τους Έλληνες, τους οποίους ο Χοσρόης αποφάσισε να στείλει πίσω στην Ελλάδα, αφού προηγουμένως συμφώνησε με τον Ιουστινιανό να μη διωχθούν ούτε να υποχρεωθούν με τη βία να δεχθούν τη χριστιανική πίστη. Ο Ιουστινιανός κράτησε την υπόσχεσή του και οι ειδωλολάτρες φιλόσοφοι πέρασαν την υπόλοιποι ζωή τους στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ειρηνικά και χωρίς διωγμούς. Ο Ιουστινιανός δεν πέτυχε να ξεριζώσει τελείως την ειδωλολατρία, η οποία συνέχισε να υπάρχει κρυφά σε απομακρυσμένα μέρη.Οι Ιουδαίοι και οι Σαμαρείτες της Παλαιστίνης, μη μπορώντας να συνδιαλλαχτούν με το κράτος, επαναστάτησαν για να καταβληθούν όμως γρήγορα και σκληρά. Πολλές συναγωγές καταστράφηκαν, ενώ σ’ αυτές που διασώθηκαν, απαγορεύτηκε η ανάγνωση της Παλαιάς Διαθήκης από το εβραϊκό κείμενο, αλλά επιτρεπόταν να χρησιμοποιείται μόνο στη γλώσσα των «εβδομήκοντα». Αυστηρά επίσης διώχθηκαν οι Νεστοριανοί.

Το Βυζάντιο και η ιστορική του συνέχεια σε συμπόσιο στους Δελφούς

Διοργανώνεται στο πλαίσιο των φετινών εκδηλώσεων του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών
Το Βυζάντιο και  η ιστορική του συνέχεια σε συμπόσιο στους Δελφούς
Συμπόσιο με θέμα την ιστορική συνέχεια του Βυζαντίου θα διεξαχθεί στους Δελφούς.
 

Διεθνές Συμπόσιο με θέμα «Το Βυζάντιο στην ιστορική συνέχεια» θα γίνει το τριήμερο Παρασκευή - Σάββατο - Κυριακή (8 ως 10 Ιουλίου) στους Δελφούς στο πλαίσιο των φετινών εκδηλώσεων του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών. Η έναρξη του συνεδρίου θα γίνει την Παρασκευή από την πρόεδρο του Δ. Σ. του Κέντρου, πρύτανη κυρία Ελένη Αρβελέρ και θα ακολουθήσει συναυλία βυζαντινής μουσικής από το Βυζαντινό Χορό «Ηδύμελον».
Μεταξύ των ομιλητών του συνεδρίου ο καθηγητής κ. Χαράλαμπος Μπούρας θα παρουσιάσει τη «Συνέχεια των αρχιτεκτονικών μορφών από την αρχαιότητα στο Βυζάντιο», η καθηγήτρια κυρία Χρύσα Μαλτέζου, πρώην διευθύντρια του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας θα μιλήσει με θέμα «Βενετία, σχεδόν άλλο Βυζάντιο: Από τον Ερρίκο Ντάντολο στον Βησσαρίωνα», η κυρία Αναστασία Τούρτα διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων με θέμα «Η θρησκευτική ζωγραφική στη Νότια Βαλκανική μετά το Βυζάντιο: Στοιχεία ανανέωσης», η κυρία Ελισάβετ Ζαχαριάδου, πρώην καθηγήτρια Τουρκολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και μία από τις σημαντικότερες ερευνήτριες στο χώρο των τουρκικών σπουδών με θέμα «Η λατρεία των αγίων στους Τούρκους», ο καθηγητής κ. Σεργκέι Καρπόβ με θέμα «Βόρειος Πόντος 13ος _ 15ος αιώνας. Βυζαντινός Πολιτισμός και τοπικές πραγματικότητες», ο καθηγητής κ. Ιωάννης Ταρνανίδης με θέμα «Η διεθνοποίηση και διαιώνιση των βασικών θέσεων του βυζαντινού πνευματικού βίου μέσω του κυριλλομεθοδιανού κηρύγματος», ο καθηγητής κ. Μιχάλης Μερακλής «Η επίμαχη συνέχεια» ο καθηγητής κ. Παναγιώτης Ροϊλός με θέμα «Από τον Παγανισμό στον Χριστιανισμό» και ο καθηγητής κ. Σιλβέν Γκουγκενέμ «Ο ρόλος του Βυζαντίου στην πολιτιστική ανάπτυξη της Ευρώπης από τον 9ο ως τον 12ο αιώνα».

Το βράδυ της Κυριακής θα πραγματοποιηθεί συναυλία βυζαντινής μουσικής από την Ελληνική Βυζαντινή Χορωδία του Λυκούργου Αγγελόπουλου.